προσαγωγέας

προσαγωγέας
ο / προσαγωγεύς, -έως, ΝΑ
νεοελλ.
μουσ. η έβδομη βαθμίδα στο τονικό σύστημα τής ευρωπαϊκής μουσικής που προετοιμάζει την υποδοχή τής τονικής, τής όγδοης βαθμίδας
αρχ.
1. αυτός που φέρνει, που παρουσιάζει κάποιον σε κάποιον άλλο
2. μτφ. (για τον Θεό ως δημιουργό) αυτός που φέρνει στη ζωή
3. κατάσκοπος ή καταδότης
4. φρ. «προσαγωγεὺς λημμάτων» — αυτός που προσπορίζει κέρδη σε κάποιον.
[ΕΤΥΜΟΛ. < προσάγω + κατάλ. -εύς / -έας (πρβλ. εξάγω: εξαγωγεύς/ -έας)].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • προσαγωγέας — προσαγωγέᾱς , προσαγωγεύς introducer masc acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • βαθμίδα — Το σκαλί, το σκαλοπάτι· η σκαλιέρα των ναυτικών· το κάθισμα σε ένα αμφιθέατρο· η θέση, η τάξη που καταλαμβάνει κάποιος στη σταδιοδρομία του. (Γεωλ.) Χαρακτηρίζονται β. οι υποδιαιρέσεις τις οποίες καθιέρωσαν οι γεωλόγοι για κάθε σειρά ιζηματογενών …   Dictionary of Greek

  • προσαγωγεύς — έως, ὁ, Α βλ. προσαγωγέας …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”